Η διάγνωση της υπερτροφίας των αδενοειδών εκβλαστήσεων στα παιδιά στηρίζεται παραδοσιακά στην λήψη ενός καλού ιστορικού, την αντικειμενική εξέταση και την πλάγια ακτινογραφία κρανίου.
Οι πληροφορίες που παίρνουμε από τους γονείς του παιδιού για την συμπεριφορά του κατά την διάρκεια της ημέρας και της νύκτας, για το αν αναπνέει από το στόμα ή αν μένει συχνά με το στόμα ανοικτό, αν ροχαλίζει ή παρουσιάζει άπνοιες, το ιατρικό ιστορικό λοιμώξεων στο ανώτερο αναπνευστικό, αλλά και η επισκόπηση του παιδιού (αδενοειδές προσωπείο) είναι πολύτιμες και ουσιαστικές στο να εκτιμήσουμε την δυσχέρεια ρινικής αναπνοής.
Η διενέργεια ακτινογραφίας με ειδική λήψη συχνά συμπληρώνει την κλινική εξέταση, αν και τα ευρήματά της έχουν πάντα το μειονέκτημα της υποκειμενικής αξιολόγησης μιας στατικής εξέτασης. Αν το παιδί δεν είναι ακίνητο κατά την εξέταση, αν έχει μια μικρή στροφή της κεφαλής, ή αν τα ακτινογραφικά μηχανήματα δεν είναι πάντα σε τέλεια λειτουργία, καταλήγουμε να έχουμε εικόνες που επιδέχονται διάφορες ερμηνείες. Και πρέπει να συνυπολογίσουμε και το μειονέκτημα της έστω και μικρής δόσης ακτινοβολίας που δέχεται το παιδί.
Εναλλακτικά, υπάρχει η δυνατότητα να αξιοποιηθεί η σύγχρονη τεχνολογία με την χρήση εύκαμπτου ρινοφαρυγγοσκόπιου. Η αρχική επιφύλαξη, για το αν το παιδί μπορεί να συνεργαστεί για μια τέτοια εξέταση, ξεπερνιέται γρήγορα με την απόκτηση εμπειρίας στην διαχείριση και την εξέταση μικρών παιδιών με ενδοσκόπηση, και με την εξοικείωση των ωτορινολαρυγγολόγων στις ανατομικές ιδιαιτερότητες των παιδιών.
Το παιδί κάθεται στην αγκαλιά ενός γονέα και αν η ηλικία του το επιτρέπει του εξηγούμε παραστατικά τι θα κάνουμε και του περιγράφουμε την ενόχληση που θα έχει από την εφαρμογή τοπικού αναισθητικού στην ρινική κοιλότητα.
Ψεκάζουμε με διάλυμα ξυλοκαΐνης (1 ψεκασμός συνήθως αρκεί) και ενδοσκοπούμε την ρινική κοιλότητα και τον ρινοφάρυγγα. Η εξέταση γίνεται συνήθως καλώς ανεκτή και μεγάλα πλεονεκτήματά της είναι η δυναμική της μορφή, το ότι μπορούμε να εκτιμήσουμε την πραγματική απόφραξη της χοάνης σε συνθήκες κανονικής αναπνοής, η βιντεοσκόπηση και επομένως η δυνατότητα ελέγχου και από τον παιδίατρο της καταγραφής, και η αποφυγή της ακτινοβολίας. Η διενέργεια της ενδοσκόπησης κατά την διάρκεια της εξέτασης από τον ΩΡΛ εξάλλου συντομεύει τον χρόνο και το κόστος της διάγνωσης.
Δρ. Κωνσταντίνος Λαμπρόπουλος
Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος – Φωνίατρος